- ἐφημέρους
- ἐφήμεροςliving but a daymasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έρημος — Με τον όρο έ. εννοείται στη φυσική γεωγραφία μια περιοχή με ξηρό κλίμα που χαρακτηρίζεται από μεγάλη σπανιότητα ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων (το μέγιστο ετήσιο ύψος βροχής ανέρχεται γενικά σε 200 250 χιλιοστά), τα οποία κατανέμονται πολύ… … Dictionary of Greek
φιλολογία — Ιστορική επιστήμη, αντικείμενο της οποίας είναι η κριτική και η γραμματική εξέταση και η ερμηνεία των γραπτών εκείνων μνημείων –του παρελθόντος κυρίως– που αποτελούν την έκφραση του πνευματικού πολιτισμού ενός λαού. Πρέπει λοιπόν να διακριθεί ο… … Dictionary of Greek
Κορτές, Φερνάντο — (Fernando Cortes, Μεντελίν, Εστρεμαδούρα 1485 – Σεβίλη 1547). Ισπανός στρατιωτικός ηγέτης, κατακτητής του Μεξικού. Παρακολούθησε νομικά στο περίφημο πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα, αλλά, πριν συμπληρώσει το 20ό έτος της ηλικίας του, πήγε στο Σαν… … Dictionary of Greek